/thaetetus

Tο «επιχείρημα του ονείρου» στον Πλατωνικό διάλογο Θεαίτητος και η απάντηση του Καρτέσιου στον Λόγο περί της Μεθόδου.
Γνωσιολογία: Αναπτύξτε το «επιχείρημα του ονείρου» στον Πλατωνικό διάλογο Θεαίτητος και Αναπτύξτε το «επιχείρημα του ονείρου» στον Πλατωνικό διάλογο Θεαίτητος και συγκρίνετέ το με το αντίστοιχο επιχείρημα του Καρτέσιου στον Λόγο περί της Μεθόδου. Πώς ο Καρτέσιος ξεπερνά τον ριζικό σκεπτικισμό βάσει του δικού του επιχειρήματος;
Δούκας Καπάνταης

Στον ομώνυμο διάλογο του Πλάτωνα (368 π.Χ.) ο Θεαίτητος ερωτάται από τον Σωκράτη για το τι είναι η γνώση και αν μπορούμε να το γνωρίζουμε. Εκείνος αποκρίνεται πως η γνώση είναι η αίσθηση.(151e) Ο Σωκράτης κατόπιν παρομοιάζει την απάντηση του συνομιλητή του με μια φράση του Πρωταγόρα: πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπον είναι, των μεν όντων ως έστιν, των δε μη όντων ως ουκ έστιν. Συνεχίζει επισημαίνοντας —πως κατά την εμπειρία— οι αισθήσεις αντιλαμβάνονται φαινόμενα που μπορεί να διαφέρουν για τον καθένα,(152c) και πως τα πράγματα δεν είναι αλλά γίνονται πάντα σε σχέση με κάτι άλλο, ως αποτέλεσμα της ροής και της κινήσεως. Αργότερα υπενθυμίζει πως στις καταστάσεις του ονείρου και της αρρώστιας —όπως της τρέλας— εμφανίζονται παραισθήσεις που κάνουν τον άνθρωπο να αντιλαμβάνεται τα πράγματα διαφορετικά από άλλες συνθήκες. Στην δε κατάσταση του ονείρου, οι αισθήσεις αντιστοιχούν ακριβώς σε αυτές της εγρήγορσης και δεν είναι δυνατόν για τον άνθρωπο να διακρίνει μέσα στο όνειρο ποια πράγματα είναι περισσότερο αληθινά από τα άλλα.(158b-d) Επομένως αφού είναι αδύνατο να αποδειχθεί λογικά το ότι δεν ονειρεύεται, δεν μπορεί να γνωρίζει αν κάτι είναι αληθές ή όχι. Μέσα από το προηγούμενο επιχείρημα καταλήγει ότι όπως κάθε πράγμα είναι αληθινό για τον κάθε άνθρωπο, ομοίως και η γνώση του περιέχει την ίδια αλήθεια, άρα δεν μπορεί κανείς να κρίνει την αλήθεια του άλλου και η ίδια η διαλεκτική καταλήγει χωρίς νόημα.(161e) Εντοπίζοντας την προβληματική της θέσης του Πρωταγόρα, O Σωκράτης δεν δέχεται ότι η αίσθηση αποτελεί γνώση, και αργότερα στον ίδιο διάλογο υποστηρίζει πως δεν υπάρχει καμία βέβαιη γνώση.

Εκείνη η θέση αποτέλεσε αργότερα μια από τις βάσεις του ριζικού σκεπτικισμού, που υποστηρίζει πως η αμφιβολία αφορά κάθε πίστη ανεξαιρέτως και πως δεν υπάρχει βεβαιότητα για την αλήθεια των πραγμάτων.

Ο Καρτέσιος στον Λόγο περί της Μεθόδου (1637) ξεκινάει λέγοντας πως στην αναζήτηση της αλήθειας, θα πρέπει κανείς να απορρίπτει ως ψευδό οτιδήποτε επιδέχεται ελάχιστη αμφιβολία για την ύπαρξή του. Αναφέρει ξανά πως οι αισθήσεις μας συχνά μας απατούν και πως τίποτα δεν είναι όπως εκείνες μας κάνουν να το φανταζόμαστε. Με δεδομένο πως οι σκέψεις μας είναι ίδιες είτε ονειρευόμαστε είτε όχι, θα μπορούσε κανείς να πιστεύει πως οτιδήποτε ενυπάρχει στο νου μας, δεν είναι περισσότερο αληθές από τις παραισθήσεις των ονείρων. Παρατηρεί ωστόσο, πως ακόμα και αν τίποτα δεν ήταν αληθές, ο ίδιος θα πρέπει να είναι αναγκαστικά κάτι, από τη στιγμή που μπορεί έστω να σκεφτεί το προηγούμενο (je pense, donc je suis). Καταλήγει δηλαδή στο Dubito ergo cogito; cogito ergo sum: ακόμα και αν και δεν μπορεί να υπάρχει βεβαιότητα για την ύπαρξη του κόσμου, υπάρχει η βεβαιότητα για την ύπαρξη της αμφιβολίας και συνεπακόλουθα, της ύπαρξης του εγώ. Με αυτό τον κανόνα, ξεπερνά την θέση των σκεπτικιστών μετακινώντας τη συζήτηση για την ύπαρξη της γνώσης, από την ύπαρξη του εξωτερικού κόσμου, στον εσωτερικό. Ο Καρτέσιος καταλήγει σε μια αντικειμενική αλήθεια που δε μπορεί κανείς να αμφισβητήσει χωρίς να πέσει σε αντίφαση· η οποία παραμένει απρόσιτη για τους άλλους, επομένως ο σκεπτικισμός τους καταλήγει ξανά στην ίδια αλήθεια. Ταυτόχρονα καταρρίπτεται και η θέση του σοφιστή Γοργία πως τίποτα δεν υπάρχει· ακόμα και αν υπάρχει δε μπορούμε να το γνωρίζουμε· ακόμα και αν το γνωρίζουμε δεν μπορούμε να το επικοινωνήσουμε. Η δε ύπαρξη του αμφιβάλλοντος υποκειμένου είναι βέβαιη και δεν βασίζεται στο αν οι αισθήσεις του ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Αντικείμενο της αμφιβολίας δεν είναι το αίσθημα καθ’ εαυτό, αλλά το αν το περιεχόμενό του ανταποκρίνεται στις ιδιότητες που του δίνει κανείς.

Ο Καρτέσιος εντοπίζει εκείνο που αντιλαμβανόμαστε ως συνείδηση, και αποδεικνύει πως η ύπαρξή της είναι ανεξάρτητη από τον κόσμο, χωρίς βέβαια αυτό να δείχνει πως δεν υπάρχει ο κόσμος έξω από αυτή. Θα μπορούσε να πει κανείς πως απαντά στον Σωκράτη του Θεαίτητου, υποστηρίζοντας πως ακόμα και αν η γνώση του κάθε ανθρώπου για τα πράγματα διαφέρει, η ίδια η γνώση υπάρχει, αφού υπάρχει τουλάχιστον μια αδιαμφισβήτητη αλήθεια.

Πηγές: